- ορχεΐδες
- και ορχιδίδες, οιβοτ. η μοναδική οικογένεια τής τάξης φυτών ορχιδώδη, η οποία είναι ίσως η μεγαλύτερη οικογένεια τών αγγειοσπέρμων, με 15.000 ώς 35.000 είδη, τα οποία είναι γνωστά ως ορχιδέες και κατανέμονται σε 400 έως 800 γένη, οικογένεια που είναι μία από τις σημαντικότερες για την ανθοκομία και από ορισμένα μέλη τής οποίας λαμβάνονται η βανίλια και το σαλέπι.
Dictionary of Greek. 2013.